DictionaryForumContacts

   French Greek
B CE F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z À Á Â Æ Ç É È Ê Ë Î Ì Í Ï Ñ Ó Ò Ô Œ Û Ü Ú Ù Ÿ   <<  >>
Terms for subject General (26674 entries)
compétences internes de la Communauté εσωτερικές αρμοδιότητες της Κοινότητας
compétent εξουσιοδοτημένος
compétition acharnée αθέμιτος ανταγωνισμός
compétitivité régionale ανταγωνιστικότητα των περιφερειών
complémentarité συμπληρωματικότητα
compléter συμπληρώνω, περατώνω ; οριστικοποιώ
complexe Espace Léopold συγκρότημα Espace Lιopold
compliance προσαρμοστικότητα
comportement à la montée en puissance συμπεριφορά στις μεταβολές ισχύος
comportement de fission συμπεριφορά σχάσης
comportement de l'exploitant sous stress συμπεριφορά του χειριστή υπό συνθήκες άγχους
comportement du bypass dans le circuit supérieur d'arrivée συμπεριφορά παράκαμψης στο ανώτερο υδροχιτώνιο
comportement sous irradiation συμπεριφορά υπό ακτινοβόληση
comportement thermomécanique en fonctionnement pulsé θερμομηχανική συμπεριφορά υπό παλμική λειτουργία
comporter de droit l'exclusion immédiate de la salle συνεπάγομαι την άμεση αποβολή από την αίθουσα
composant εξάρτημα
composant amplificateur frontal συνιστώσα ενίσχυσης μετώπου
composant assurant la rétention de la pression εξάρτημα ανθεκτικό σε πίεση
composant pour une variété finale γονείς για τελικές ποικιλίες
composant sous pression exposé à des dégradations cumulatives στοιχείο υπό πίεση εκτεθειμένο σε σωρευτικές βλαπτικές διαδικασίες