DictionaryForumContacts

   French Greek
B CE F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z À Á Â Æ Ç É È Ê Ë Î Ì Í Ï Ñ Ó Ò Ô Œ Û Ü Ú Ù Ÿ   <<  >>
Terms for subject General (26674 entries)
Académie de formation de la police Ακαδημία Εκπαίδευσης Αστυνομικών
Académie de police Δανική Αστυνομική Ακαδημία
Académie diplomatique européenne Ευρωπαϊκή Διπλωματική Ακαδημία
Académie européenne de sécurité et de défense Ευρωπαϊκή Ακαδημία Ασφάλειας και ΄Αμυνας
accéder automatiquement à l'échelon suivant προάγομαι αυτόματα στο επόμενο κλιμάκιο
accélérant επιταχυντική ουσία
accélérant επιταχυντικό
accélération du processus d'intégration régionale επιτάχυνση της διαδικασίας περιφερειακής ολοκλήρωσης
accélération due à la pesanteur επιτάχυνση οφειλόμενη στη βαρύτητα
accélérogramme επιταχυνσιόγραμμα
Accélérographe αισθητήρας επιτάχυνσης
Accélérographe ενδείκτης επιτάχυνσης
Accélérographe επιταχυμετρητής, επιταχύμετρο
Accélérographe επιταχυνσιόμετρο
Accélérographe μετρητής επιτάχυνσης
accéléromètre μετρητής επιτάχυνσης
Accéléromètre enregistreur. μετρητής επιτάχυνσης
acceptation de l'UE αποδοχή της ΕΕ
acceptation propre τίτλος ιδίας αποδοχής
acceptations autres que les acceptations propres τίτλοι αποδοχής, εκτός από τους τίτλους ιδίας αποδοχής