DictionaryForumContacts

   
Δ Ε Η Θ Κ Μ Ν Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ   >>
Terms for subject Employment (112 entries)
διαπροσωπικά προσόντα capacités relationnelles
Διεθνής Διάσκεψη Εργασίας Conférence internationale du Travail
διοικητικό στέλεχος cadre
διοικητικό στέλεχος dirigeant
ΔΣΕ 110: Για τις συνθήκες απασχόλησης των εργαζομένων στις φυτείες Convention concernant les conditions d'emploi des travailleurs des plantations
ΔΣΕ 110: Για τις συνθήκες απασχόλησης των εργαζομένων στις φυτείες Convention sur les plantations, 1958
ετεροαπασχόληση emploi sans rapport avec la formation
εθνικό σχέδιο για την απασχόληση plan national pour l'emploi
ειδικευμένη απασχόληση emploi qualifié
ειδικότητα aptitudes professionnelles
ειδικότητα capacités professionnelles
ειδικότητα qualification professionnelle
εξασφαλίζει στους εργαζομένους μία παραγωγική επαναπασχόληση assurer aux travailleurs un réemploi productif
επαγγελματική δραστηριότητα activité professionnelle
επαγγελματική ειδικότητα aptitudes professionnelles
επαγγελματική ειδικότητα capacités professionnelles
επαγγελματική ειδικότητα qualification professionnelle
επαγγελματική κατάρτιση κατά την εργασία formation dans le service
επαγγελματική κατάρτιση κατά την εργασία formation en cours d'emploi
επαγγελματική κατάρτιση κατά την εργασία formation sur le tas