DictionaryForumContacts

   Greek French
Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω   <<  >>
Terms for subject Agriculture (33157 entries)
υνί αρότρου με αιχμηρό άκρο soc à pointe
υνί αρότρου με απλή κύρτωση soc à pointe incurvée simple
υνί αρότρου-αυλακωτήρα soc sillonneur
υνί αυτοακονιζόμενο κατά τη διάρκεια της εργασίας soc autoaffûteur
υνί αυλακωτήρα butteuse
υνί αυλακωτήρα soc butteur
υνί αυλακωτήρα coeur
υνί αυλακωτήρα rasette butteuse
υνί αυλακωτήρα rasette de buttage
υνί αυλακωτήρα soc
υνί αυλακωτήρα soc ouvreur
υνί αυλακωτήρα soc bineur
υνί αυλακωτήρα soc à ailes ouvertes
υνί για εδάφη με χαλίκια soc pour terrains caillouteux
υνί για εδάφη με χαλίκια soc à pointe
υνί για ενταφιασμό καλαμιάς σιτηρών soc-déchaumeur
υνί για σκάλισμα από τον οπίσθιο τροχό του ελκυστήρα effaceur
υνί για σκάλισμα από τον οπίσθιο τροχό του ελκυστήρα effaceur de traces
υνί ελεγχόμενης περιστροφής soc rotatif en rotation commandée
υνί ενταφιασμού των σπόρων botte