DictionaryForumContacts

   Greek French
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ   <<  >>
Terms for subject Forestry (2922 entries)
κορυφή του δέντρου cime
κορυφή του λόφου houppier de colline
κορυφή δένδρου,στεφάνη δένδρου,κώμη δένδρου cime
κορυφή δένδρου,στεφάνη δένδρου,κώμη δένδρου faite
κορυφή δένδρου,στεφάνη δένδρου,κώμη δένδρου houppier
κορυφή δένδρου,στεφάνη δένδρου,κώμη δένδρου tete
κορυφολόγημα coupe en têtard
κορυφολόγημα émondage
κορυφολόγημα ététage
κορυφολόγημα étêtage
κόστος αγοράς prix d'achat
κόστος συγκομιδής coût d'exploitation
κόστος υλοτομίας frais d'abattage
κόστος χρόνου διακοπής coût les temps d'arrêt
κόστος, ασφάλεια, ναύλος cout, assurance, fret
κουτί πρώτων βοηθειών trousse de premiers soins
κούτσουρο bille
κούτσουρο grume
κούτσουρο souche
κουκουνάρα cône