DictionaryForumContacts

   Greek French
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Agriculture (33157 entries)
σφέλα sfela
σφήν coin
σφην coin
σφην,τάκος cale
σφην,τάκος sabot d'arrêt
σφην,κλεις clé
σφήνα με μεταλλική θήκη coin ferré
σφήνα ξυλοκόπου coin
σφήνες cales
σφηνοειδής δίσκος disque cunéiforme
σφίγγα της λεύκας sphinx du peuplier
σφίγγω στεφάνη enfoncer les cercles de tonneaux
σφιγκτήρας ακροταρσίου serre-jarret
σφιγκτήρας με παρέμβυσμα από καουτσούκ pince capitonnée
σφιγκτήρας συγκομιδής καρπών pince-cueillette
σφιγκτήρας συρματοσχοίνων serre-câble
σφίγξ της πεύκης sphinx à pin
σφικτός ferme
σφοδρός ardent
σφουγγαράς pêcheur d'éponges