DictionaryForumContacts

   Greek French
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (26674 entries)
ο φέρων ποινική ευθύνη pénalement responsable
όταν την αρμοδιότητα για ένα θέμα διεκδικούν περισσότερα του ενός τμήματα lorsque plusieurs sections sont susceptibles de revendiquer la compétence
όταν το χρησιμοποιείτε μην τρώτε,πίνετε ή καπνίζετε S20-21
όταν το χρησιμοποιείτε μην τρώτε,πίνετε ή καπνίζετε S20/21
όταν το χρησιμοποιείτε μην τρώτε,πίνετε ή καπνίζετε S2021
όταν το χρησιμοποιείτε μην τρώτε,πίνετε ή καπνίζετε ne pas manger, ne pas boire et ne pas fumer pendant l'utilisation
όταν το χρησιμοποιείτε μην τρώτε,πίνετε ή καπνίζετε ne pas manger,ne pas boire et ne pas fumer pendant l'utilisation
όταν η απαιτουμένη πλειοψηφία δεν έχει επιτευχθεί si la majorité requise n'est pas atteinte
ΟΑΕ opérations intégrées de développement
οβαλοειδές ovoïde
οβίδα με γόμωση σφαιρών obus à balles
οβίδα με γόμωση σφαιρών shrapnel
οβίδα με γόμωση σφαιρών shrapnell
οβίδα μη επανεμπλουτισμένου ουρανίου obus d'uranium appauvri
οβιδοβόλο obusier
οβίς obus
οβίς obus draineur
ογκόλιθοι διασκορπισμού ενεργείας bloc de dissipation d'énergie
ογκόπαγος banquise
όγκος compacité