Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
French
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Environment
(19149 entries)
ηλεκτρική γραμμή
ligne électrique
ηλεκτρική γραμμή
(μεταφοράς ισχύος)
ligne électrique
ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας
électricité produite à partir de sources d'énergie renouvelables
ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας
électricité verte
ηλεκτρική ισχύς
énergie électrique
ηλεκτρική ισχύς
(ενέργεια)
énergie électrique
ηλεκτρική μέθοδος
méthode électrique
ηλεκτρική στήλη
pile électrique
ηλεκτρική στήλη
(μπαταρία)
pile électrique
ηλεκτρικό όχημα
véhicule électrique
ηλεκτρικό ρεύμα
électricité
ηλεκτρικός συσσωρευτής
dispositif de stockage électrique
ηλεκτρισμός
électricité
ηλεκτρισμός/
ηλεκτρικό
φορτίο/ηλεκτρικό ρεύμα
électricité
ηλεκτροτεχνική βιομηχανία
industrie électrotechnique
ηλεκτροτεχνικός εξοπλισμός
équipement électrotechnique
ηλεκτροτεχνικός εξοπλισμός
équipement électronique
ηλεκτροαιθαλομίχλη
pollution électromagnétique
ηλεκτροαιθαλομίχλη
électrosmog
ηλεκτροβόρος βιομηχανία
industrie électro-intensive
Get short URL