DictionaryForumContacts

   Greek French
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Environment (19149 entries)
ατμοσφαιρικός ρύπος που προκαλεί φωτοχημική αντίδραση polluant atmosphérique photochimique
ατμοσφαιρικός ρύπος που προκαλεί φωτοχημική αντίδραση polluant photochimique de l'air
ατομικά δικαιώματα droits de l'individu
ατομικές διοικητικές πράξεις loi
ατομικός συντελεστής εξασθενήσεως coefficient d'atténuation atomique
άτομο τρίτης ηλικίας personne agée
άτομο τρίτης ηλικίας/ηλικιωμένος personne agée
άτομο με ειδικές ανάγκες personne handicapée
άτομο στο οποίο έχει δοθεί ένα χηλικό αντιδραστήριο,όπως η πενικιλαμίνη sujet soumis à l'administration d'un chélateur comme la pénicillamine
ατραζίνη atrazine
ατραζίνη Chlore-2 éthylamino-4 isopropylamino-6 triazine
ατυχήματα accident
ατυχήματα accidents
αvάλυση κιvδύvoυ analyse des risques
αvάλυση κιvδύvoυ analyse du risque
αvάλυση κιvδύvoυ étude de risques
αvαστρεψιμότητα της οξίνισης caractère réversible de l'acification
ΑΑ eau et matières minérales exclues
αβγό oeuf
αβγό/ωόν oeuf