Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
French
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
General
(26674 entries)
υπάλληλος διοικήσεως
(Assistant Director)
για την αμυντική βιομηχανία
directeur adjoint pour l'industrie de la défense
υπάλληλος διοικήσεως για την έρευνα και τεχνολογία
directeur adjoint "Recherche et technologie"
υπάλληλος με ανταλλαγή
fonctionnaire en échange
υπάλληλος ο οποίος εξαφανίστηκε από την οικία του
fonctionnaire disparu de son domicile
υπάλληλος που τίθεται στη διάθεση του..., της ...
fonctionnaire mis à disposition
υπάλληλος που εξαφανίστηκε από την οικία του
fonctionnaire disparu de son domicile
υπάλληλος που έχει αποσπασθεί
fonctionnaire détaché
υπάλληλος που συμμετέχει στην ανταλλαγή
fonctionnaire en échange
υπάλληλος υπουργείου
fonctionnaire ministériel
υπάλληλος Υπουργείου
attaché de gouvernement
υπαρξιακός προσανατολισμός
sentiment existentiel
υπάρχον δίκτυο
réseau existant
υπεξαίρεση χρημάτων
détournement de fonds
υπεραγωγιμότητα
supra-conductivité
υπεράκτια αιολική ενέργεια
énergie éolienne en mer
υπεράριθμη κράτηση
surréservation
υπερβαίνω το περιθώριο εκτιμήσεως
outrepasser la marge d'appréciation
υπέρβαση δήλωσης
surnomination
υπερβολικά χαμηλός ναύλος; αρπακτικός ναύλος
tarif de bradage
υπερβολική επιβολή κανονιστικών ρυθμίσεων σε κοινοτικό επίπεδο
surréglementation au niveau communautaire
Get short URL