DictionaryForumContacts

   Greek French
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Finances (23241 entries)
η Eπιτροπή ορίζει με οδηγίες το ρυθμό της καταργήσεως αυτής la Commission fixe,par voie de directives,le rythme de cette suppression
η Eπιτροπή προσφεύγει στην εκδοτική Tράπεζα του ενδιαφερομένου Kράτους la Commission a recours à la Banque d'émission de l'Etat intéressé
η Eυρωπα2bκή Tράπεζα Eπενδύσεων προσφεύγει στην κεφαλαιαγορά la Banque européenne d'investissement fait appel aux marchés des capitaux
η Kοινότης βασίζεται επί τελωνειακής ενώσεως la Communauté est fondée sur une union douanière
η Tράπεζα διευκολύνει με την παροχή δανείων και εγγυήσεων... la Banque facilite,Par l'octroi de prêts et de garanties,...
η τελωνειακή ένωση περιλαμβάνει την απαγόρευση των δασμών l'union douanière comporte l'interdiction des droits de douane
η τελωνειακή ονοματολογία la nomenclature douanière
η ακρίβεια του καταλογισμού στον προϋπολογισμό exactitude de l'imputation budgétaire
η ακρίβεια του προσδιορισμού της ταυτότητος του οφειλέτου l'exactitude de la désignation du débiteur
η ανά πενταετία αναθεώρηση των ποσοστώσεων révision quinquennale des quotes-parts
η αξία που αντιστοιχεί στην ισοτιμία σε σχέση προς τη λογιστική μονάδα la valeur correspondant à la parité par rapport à l'unité de compte
η απαγόρευση όλων των φορολογικών επιβαρύνσεων ισοδυνάμου αποτελέσματος l'interdiction de toutes taxes d'effet équivalent
η απόδοση και ο έλεγχος των λογαριασμών la reddition et la vérification des comptes
η άριστη νομισματική περιοχή zone monétaire optimale
η αρχή: "έκαστος καλύπτει τις δικές του δαπάνες" principe d'imputation des dépenses à leur auteur
η αρχική Kοινότητα Communauté originaire
η αρχική έκδοση επιμερίζεται σε "τεμάχια" με σταθερές ονομαστικές αξίες [1] émission originale fractionnée en "pièces" à valeur nominale fixe
η άσκηση τραπεζικού επαγγέλματος l'exercice d'une profession bancaire
η γενική κατάσταση των πληρωμών των Kρατών μελών le régime général des paiements des Etats membres
η γραμμή που επιβαρύνθηκε με (την αρχική) δαπάνη ligne qui a supporté la dépense