DictionaryForumContacts

   Greek French
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Coal (1978 entries)
εγκατάσταση εξαγωγής παραγώγων άνθρακος usine à sous-produits
εγκατάσταση επεξεργασίας ορυκτών usine de traitement de roches
εγκατάσταση καύσης πετρελαίου installation brûlant du pétrole
εγκάρσιο bouveau de recoupe
εγκριτικό arrete d'agrement
εγκριτικό certificat d'agrement
έγχυση τσιμέντου υπό πίεση cimentation sous pression
έγχυση νερού μέσω διατρημάτων μεγάλου μήκους τα οποία ορύσσονται από το μέτωπο προεκσκαφής infusion d'eau par longs trous forés à partir du front de taille
ειδική γόμωση consommation specifique d'explosif
ειδική ισχύς εκρηκτικής ύλης force explosive
εις τας κατακρημνίσεις πρέπει να λαμβάνεται υπ'όψιν ο συντελεστής επιπλήσματος dans le foudroyage il faut tenir compte du coefficient de foisonnement
εκτίναξη του υλικού επιγόμωσης debourrage
εκτίναξη θραυσμάτων κατά την διάρκεια εξόρυξης projections
εκτόνωση explosion
εκτόνωση πίεσης detente
εκτόξευση θραυσμάτων εκρηγνυομένου βλήματος projection d'eclats
εκτυλισσόμενη μετροταινία tourniquet
ΕΚΑΧ υπό εκκαθάριση CECA en liquidation
εκβραχιστήρας haveuse
έκθεση εκμετάλλευσης rapport sur l'exploitation