DictionaryForumContacts

   
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ   <<  >>
Terms for subject Finances (23241 entries)
τα μέτρα τα οποία αφορούν την προστασία της αποταμιεύσεως les mesures qui touchent à la protection de l'épargne
τα μέτρα που υπέδειξε η Eπιτροπή les mesures suggérées par la Commission
τα μερίδια των εθνικών κεντρικών τραπεζών στο εγγεγραμμένο κεφάλαιο της ΕΚΤ δεν μεταβιβάζονται ούτε ενεχυριάζονται ούτε κατάσχονται les parts des banques centrales nationales dans le capital souscrit de la BCE ne peuvent pas être cédées, nanties ou saisies
τα μερίδια αναθεωρούνται les quotas font l'objet d'une actualisation
τα νέα Kράτη μέλη εφαρμόζουν πλήρως το κοινό δασμολόγιο les nouveaux Etats membres appliquent intégralement le tarif douanier commun
τα ποσά που βεβαιώνονται ως οφειλόμενα και τα ποσά που πράγματι καταβάλλονται constatations et versements des recettes
τα ποσά που κακώς διετέθησαν για την πραγματοποίηση του προγράμματος les sommes indûment consacrées à la réalisation du programme
τα ποσοστά του δασμού αντιντάμπινγκ, εκφρασμένα ως ποσοστά της καθαρής τιμής "ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας" πριν από την επιβολή δασμού les taux du droit antidumping exprimés en pourcentage du prix net, franco frontière communautaire, non dédouané
τα ποσοστά που καθορίζονται στην παρούσα παράγραφο les pourcentages fixés au Présent Paragraphe
τα πρόσθετα δωδεκατημόρια εγκρίνονται στο ακέραιο les douzièmes additionnels sont autorisés par entier
τα προσοστά στρογγυλεύονται στο αμέσως ανώτερο ακέραιο πολλαπλάσιο του 0,05% les pourcentages sont arrondis à la demi-décimale supérieure
τα στοιχεία του ενεργητικού που έχει κανείς στην κατοχή του έναντι των κυκλοφορούντων τραπεζογραμματίων actifs détenus en contrepartie des billets en circulation
τα υψηλότερα πιστωτικά μερίδια tranche supérieure de crédit
ταϊλανδικό μπατ baht
τακτικές δαπάνες dépenses ordinaires
τακτική δημοπρασία appel d'offres normal
τακτική επανεξέταση réexamen périodique
τακτική καθυστέρησης tactique de retardement
τακτικό αποθεματικό; νόμιμο αποθεματικό réserves pour actions propres ou parts propres
τακτικό επιτόκιο προσφοράς ρευστότητας taux régulier d'alimentation en liquidité