DictionaryForumContacts

   
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω   <<  >>
Terms for subject General (26674 entries)
κατά τη διακριτική εξουσία (ευχέρεια) του 2. κατά τον καλύτερο τρόπο à sa convenance
κατά τη διάρκεια της θητείας τους και μετά την λήξη αυτής pendant la durée de leurs fonctions et après la cessation de celles-ci
κατά τη διάρκεια δύο συνεχών ετών au cours de deux années consécutives
κατά τη χρήση γίνεται λίαν εύφλεκτο R30
κατά τη χρήση γίνεται λίαν εύφλεκτο peut devenir facilement inflammable pendant l'utilisation
κατά τη χρήση γίνεται λίαν εύφλεκτο peut devenir très inflammable pendant l'utilisation
κατά τη χρήση μπορεί να σχηματίσει εύφλεκτα/εκρηκτικά μίγματα ατμού-αέρα R18
κατά τη χρήση μπορεί να σχηματίσει εύφλεκτα/εκρηκτικά μίγματα ατμού-αέρα lors de l'utilisation, formation possible de mélange vapeur-air inflammable/explosig
κατά τη χρήση μπορεί να σχηματίσει εύφλεκτα/εκρηκτικά μίγματα ατμού-αέρα lors de l'utilisation,formation possible de mélange vapeur-air inflammable/explosif
κατά την εκλογή αντιπροέδρου, σε περίπτωση ισοψηφίας,αντιπρόεδρος εκλέγεται ο πρεσβύτερος υποψήφιος en cas de parité de voix pour l'élection des vice-présidents, le candidat est proclamé élu au bénéfice de l'âge
κατά την έννοια του άρθρου 2 aux fins énoncées à l'article 2
κατά της ναυτίας antinaupatique
κατά το άρθρο 125 aux termes de l'article 125
κατά βούληση à volonté
κατά κανόνα ...d'office
κατά κεφαλή αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων masse salariale par tête dans les administrations publiques
κατά μήκος προστατευτικών τοίχων en espalier (des vignes)
κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 par derogation au paragraphe 1
κατά περίπτωση suivant le cas
κατά φθίνουσα ιεραρχική τάξη dans l'ordre hiérarchique décroissant