DictionaryForumContacts

   
Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Κ Λ Μ Ν Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ   <<  >>
Terms for subject Business (591 entries)
έκθεση διαχείρισης rapport de gestion
εκκαθαριστής commissaire liquidateur
εκκαθάριση της περιουσίας του οφειλέτη liquidation des biens du débiteur
εκμεταλλεύομαι... κατά μονοπωλιακό τρόπο exploiter ... de façon monopolistique
εκπτώσεις επί των πωλήσεων réductions sur vente
εκφρασμένος σε συνάλλαγμα libellé en monnaies étrangères
έλασσον βήμα τιμών incrément de prix secondaire
έλασσον βήμα τιμών petit incrément de prix
έλασσον βήμα τιμών petit palier de prix
ελεγκτικό γραφείο cabinet d'audit
έλεγχος από την αλλοδαπή contrôle étranger
εμπόδιο του εδαφικού περιορισμού των δικαιωμάτων obstacle de la territorialité des droits
εμπορική μίσθωση στο κοινό location commerciale au public
εμφανίζομαι χωριστά apparaître séparément
εμφανίζω (-ομαι) εκτός ισολογισμού faire figurer hors bilan
εμφανίζω (εγγράφω) στο ενεργητικό; εμφάνιση (εγγραφή) στο ενεργητικό inscription à l'actif
εμφανίζω (εγγράφω) στο ενεργητικό; εμφάνιση (εγγραφή) στο ενεργητικό inscrire à l'actif
έντιμο πρόσωπο personne honorable
εντολοδόχος εταιρεία διαχείρισης société fiduciaire
έναρξη της διαδικασίας αφερεγγυότητας ouverture de la procédure d'insolvabilité