DictionaryForumContacts

   Greek German
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Φ Χ Ψ Ω   <<  >>
Terms for subject Economy (14916 entries)
η πραγματοποίηση ενός σταδίου της ελευθερίας εγκαταστάσεως Durchfuehrung einer Stufe der Niederlassungsfreiheit
η προσέγγιση αυτή πραγματοποιείται κατά τον κανονικότερο δυνατό ρυθμό die Annaeherung muss moeglichst regelmaessig erfolgen
η προώθηση της οικονομικής και κοινωνικής αναπτύξεως die Foerderung der wirtschaftlichen und sozialen Entwicklung
η πρώτη προσέγγιση τιμών η οποία αναφέρεται στο άρθρο 52 die erste Preisannaeherung nach Artikel 52
η σύγκριση της γεωργικής πολιτικής τους der Vergleich ihrer Agrarpolitik
η συμμετοχή του ενεργού αγροτικού πληθυσμού στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν der Beitrag der landwirtschaftlich taetigen Erwerbsbevoelkerung zum Bruttoinlandsprodukt
ηδύποτο Likör
ηθική της οικονομικής ζωής wirtschaftliche Moral
ηθική της πολιτικής ζωής politische Moral
ηθική δεοντολογία Ethik
ηλεκτρικές διεργασίες Elektroverfahren
ηλεκτρική ενέργεια elektrische Energie
ηλεκτρική μηχανή Elektromaschine
ηλεκτρικό καλώδιο Elektrokabel
ηλεκτρικός συσσωρευτής elektrischer Akkumulator
ηλεκτροτεχνία Elektrotechnik
ηλεκτροτεχνικά απόβλητα Elektronikschrott
ηλεκτροκίνητο όχημα Elektrofahrzeug
ηλεκτρολογικό υλικό Elektromaterial
ηλεκτρομαγνητική όχληση elektromagnetische Schadwirkung