DictionaryForumContacts

   Greek German
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Forestry (3360 entries)
σύνθετη ξυλεία από συγκολλημένα ξυλόφυλλα Leimholzbinder
συνθετικά λιπαντικά για αλυσοπρίονα synthetisches Sägekettenhaftöl
συνθετικός εστέρας synthetische Ester
σύνθετο μηχάνημα καθαρισμού-σποράς Räum-Pflanzaggregate
συνθήκες αγοράς Marktlage
συνθήκες αγοράς Absatzverhältnisse
συνθήκες εδάφους Geländeverhältnisse
συνθήκες οδικής ασφάλειας Punkte der Verkehrssicherheit
συνθήκες χιονόπτωσης Schneeverhältnisse
σύνολο Summe
σύνολο Gesamtbetrag
σύνολον πρέμνων Wurzelstock
σύνοψη Zusammenfassung
σύρμα Seil
σύρμα Drahtseil
συρματόσχοινα Seile
συρματόσχοινα στήριξης Seilklemme
συρματοσχοινιογερανός Seilkran-Bringung
συρματόσχοινο Schleppseil
συρματόσχοινο Seilschlinge