Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
German
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Chemistry
(20743 entries)
προσελκυστικό
Lockmittel
προσθετικές ιδιότητες
kolligative Eigenschaften
προσθετικό υλικό ελαστικών
Addukt-Kautschuke
προσθετικό υλικό χρώματος
Addukt
πρόσθετο για τη μείωση της οξύτητας
Säureschutzzusatz
πρόσθετο ελέγχου ροής
Verlaufmittel
πρόσθετο επιχρισμάτων
Zusatzstoff für Lacke
πρόσθετο καυσίμου
Kraftstoffadditiv
πρόσθετο λιπαντικού λαδιού
Schmierölzusatz
πρόσθετον ψυκτικού μέσου
Kuehlmittelzusatz
προσθήκη
Zugabe
προσθήκη βορικού οξέος
Ansetzen der Borsaeure
προσθήκη βορίου
Borieren
προσθήκη βορίου
Borierung
προσθήκη βορίου
Borzusatz
προσθήκη πιγμέντων
Pigmentverteilung
προσθήκη ύψους
Teleskopierung
πρόσθημα κατά της διάβρωσης
Antikorrosiv-Additiv
πρόσθημα κατά της διάβρωσης
Korrosionsschutzmittel
πρόσθημα κατά της σκουριάς
Antikorrosiv-Additiv
Get short URL