DictionaryForumContacts

   Greek German
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Industry (22684 entries)
αποφλοιωμένη ξυλεία geschaeltes Holz
αποφλοιωμένο καννάβι Schwunghanf
αποφλοιωμένο καννάβι geschwungener Hanf
αποφλοιώνω entschälen
αποφλοίωση στη γραμμή καλουπιού Herausreißen
αποχτενίδιο Kaemmling
αποχρεμπτικό schleimloesendes Mittel
αποχρωματισμός Bleichen
αποχρωματισμός Entfärbung
αποχρωματισμός του ξύλου Entfärbung des Holzes
αποχρωματισμός του ξύλου Holzverfärbung
αποχρωματισμός δι'επαφής Beruehrungsverfaerbung
αποχρωματισμός λόγω μεταναστεύσεως Wanderungsverfaerbung
αποχρωματισμός με χημικά μέσα Ätzen
απόχρωση Farbstich
απόχρωση Nuance
απόχρωση Schatten
αποχωρητήριο τουρκικού τύπου Hockklosett
αποχωρητήριο λιπασματοποίησης Humusklosett
αποχωρητήριο ξηρής βιοαποικοδόμησης Trockenklosett