DictionaryForumContacts

   
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Φ Χ Ψ Ω   <<  >>
Terms for subject Economy (14916 entries)
κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός delegierte Verordnung
κατ' εξουσιοδότηση οδηγία delegierte Richtlinie
κατ' οίκον βοήθεια Haushaltshilfe
κατ' οίκον έρευνα Durchsuchung
κατ' οίκον νοσηλεία häusliche Krankenpflege
κατ'αναλογία Prorataverteilung
κατ'αξίαν επιδότηση wertmäßige Subventionierung
κατά το μέτρο και τις προθεσμίες που είναι απόλυτα αναγκαίες για... soweit und solange dies unbedingt erforderlich ist,um
κατά κεφαλή εισόδημα pro-Kopf-Einkommen
κατά κεφαλή κατανάλωση Pro-Kopf-Verbrauch
κατά κεφαλή προϊόν pro-Kopf-Erzeugung
κατά προσέγγιση αξία συντελεστών παραγωγής angenäherter Faktorwert
κατά προσέγγιση βασική αξίας μιας μονάδας προϊόντος Herstellungspreis
κατά προσέγγιση βασική αξίας μιας μονάδας προϊόντος angenäherter Basiswert
κατάταξις στοιχείων έργου προς σύνταξιν προϋπολογισμού κατ'είδος εργασίας Auszuege anfertigen
καταβληθείς ή καταβλητέος προσωρινός δασμός entrichteter oder zu entrichtender vorläufiger Zoll
καταβολή εγγύησης υποψηφιότητας Wahlkaution
καταβολή μέρους των μερισμάτων Abschöpfung aus den Dividenden
καταβολή παροχών σε είδος Sachleistung
καταβολή συντάξεων Rentenzahlungen