DictionaryForumContacts

   Greek Dutch
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Mechanic engineering (17989 entries)
φορείο διάτρησης boorwagentje
φορείο διάτρησης jumbo
φορείο διάνοιξης trekslede
φορείο κατεργαζομένου τεμαχίου werkstukslede
φορείο κυλίσεως τεσσάρων τροχών με κάτω έλκον καλώδιο loopkat met vier loopwielen voor onderkabel
φορείο κυλίσεως δύο τροχών με κάτω έλκον καλώδιο loopkat met twee loopwielen voor bovenkabel
φορείο λειαντικού τροχού slijpschijfslede
φορείο μετακίνησης εγκαρσίας συνδετικής δοκού των ορθοστατών dwarssupport
φορείο μεταφοράς συντήρησης διαχύτη klep met diffuser
φορείο μιας γερανογέφυρας loopkat
φορείο παρελκομένων accessoiredrager
φορείο περιστροφής afwikkelslede
φορείο φρέζας freesspilkast
φορείο φρέζας freesspilkop
φορητή αντλία draagbare pomp
φορητή συσκευή δοκιμών υδραυλικού συστήματος hydraulische testkamer
φορητή συσκευή πλήρωσης υδραυλικού συστήματος hydraulische vulkamer
φορητό αλυσοπρίονο draagbare kettingzaag
φορητό ηλεκτρικό μηχανικό εργαλείο elektrisch handgereedschap
φορητός κινητήρας draagbare motor