Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Dutch
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Construction
(5382 entries)
παραγοντοποιώ
weging
παραγωγή οικοδομικών και κατασκευαστικών υλικών από σκυρόδεμα,τσιμέντο ή γύψο
fabrieken van bouwmaterialen uit beton,kalk,gips,e.d.
παραγωγή οικοδομικών υλικών από οπτή γη
baksteen-en dakpannenfabrieken
παράγων αντισεισμικής αντοχής
aardbevingsfactor
παραδοχή μελέτης
ontwerp veronderstelling
παραθαλάσσια ζώνη με συνεχή αστικοποίηση
verstedelijkte kuststreek
παράθυρο
raam
παράθυρο
venster
παράθυρο με ανοιχτά φύλλα
kozijn met vleugels
παράθυρο με δύο φύλλα
dubbel raam
παράθυρο με δύο φύλλα
dubbel venster
παράθυρο με κινητές γρίλλιες
jaloezie
παράθυρο με περιστρεφόμενα φύλλα
valraam
παράθυρο οροφής
dakraam
παράθυρο περιστρεφόμενο σε άξονες
taatsraam
παράθυρο περιστρεφόμενο σε οριζόντιο άξονα
tuimelraam
παράθυρο που ανοίγει εξωτερικά
draaiend raam
παράθυρο που ανοίγει εσωτερικά
draaiend raam
παράθυρο που κλείνει μόνο του
klapraam
παραθυρόφυλλο
draairaam
Get short URL