Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Dutch
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Health care
(10022 entries)
αποτελεσματική δόση
werkzame dosis
αποτρίχωση
ontharen
αποβάλλω
verwerpen
απογαμία
apogamie
αποδεικτικό ηλικίας
bewijs van leeftijd
αποδεκτή ημερήσια λήψη
aanvaardbare dagelijkse inname
αποδεκτή ημερήσια πρόσληψη
aanvaardbare dagelijkse inname
αποδιάταξη
onthardend
απόδοση του οργάνου δειγματοληψίας
vangpercentage
απόδοσις διαπνοής
transpiratierendement
αποθέσεις στείρων
mijnafval
αποθηκευτική πρωτεΐνη
opslageiwit
αποθηκευτική πρωτεΐνη
reserve-eiwit
αποθηκευτική πρωτεΐνη
reserveproteïne
αποκατάσταση αναπήρου
functionele revalidatie
αποκεφαλισμός
steken
αποκλειστική ταυτοποίηση ιατροτεχνολογικού προϊόντος
unieke code voor de identificatie van hulpmiddelen
αποκλειστική ταυτοποίηση ιατροτεχνολογικού προϊόντος
unieke hulpmiddelenidentificatie
αποκλειστική νοσοκόμα ηλικιωμένων προσώπων
bejaardenverzorgende
αποκόπτω
couperen
Get short URL