Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
<<
>>
Terms for subject
Coal
(1403 entries)
το μέτωπον τοποθετείται μεταξύ μίας στοάς κεφαλής και μίας στοάς ποδός
brydningsfronten befinder sig mellem et overliggende og et underliggende galeri
το νερό εξέρχεται από τις παρειές της εκσκαφτικής σκαπάνης
vandet frigøres ved mejselslag
το πορώδες
porøsitet
το προϊόν αποκενούται επί εσχάρας αποστραγγίσεως και υποβάλλεται εις απόπλυσιν
ξέβγαλμα
det færdige produkt løber ud på en afdrypningssigte med skylleanordning
το στρώμα το οποίον ευρίσκεται υπεράνω του ανθρακοφόρου κοιτάσματος καλείται νεκρά ζώνη
παρατάβανο
de bjergartslag som ligger oven over de kulførende lag kaldes dæklag
το φορτίο για οπτανθρακοποίηση αποτελείται από μικρομερή κομμάτια άνθρακα
koksblandingen består af forskellige finkornede kokskulsorter
τοίχος εξοστράκισης
anslagsvæg
τοίχος πρόσκρουσης
anslagsvæg
τόνος ισοδύναμου άνθρακα; τόννος ισοδύναμου άνθρακα
ton stenkulækvivalenter
τοξικό αέριο
giftig gasart
τόπος γεώτρησης
borested
τούβλο πυριτίας για επένδυση
silex udmuringssten
τραβερτίνα
travertin
τριβείο
kulstøvmølle
τριμμένος χαλαζίας
kvartsmel
τριπολίτιδα
trippelse
τριπολιανή
rådden jord
τριπολιανή
rådden sten
τριπολιανή
trippelse
τρόπος μετρήσεως εκτάσεως
dilatometertest
Get short URL