Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
<<
>>
Terms for subject
Agriculture
(27770 entries)
δίκτυον μικρών παραλλήλων τάφρων
system med små parallelle grøfter
δίκτυον μορφής σκελετού ιχθύος
tværdræning
δίκτυον παραλλήλου διατάξεως
længdedræning
δίκτυον παραλλήλων τάφρων
åbent system med større parallelle grøfter
δικτυωτό με τετράγωνα μάτια
kvadratmasket net
δικτυωτό μεταλλικό κιγκλίδωμα
hegn
δικτυωτό μεταλλικό κιγκλίδωμα
trådhegn
δικτυωτό μεταλλικό κιγκλίδωμα
trådnet
δικτυωτό πλαίσιο κοσκίνου
gitterskærm
δικτυωτό πλαίσιο κοσκίνου
risteskærm
δικτυωτό πλαίσιο κοσκίνου
skærmrist
δικτυωτό πλέγμα
tremmeværk
δικτυωτό πλέγμα
trådnet
δικτυωτό πολλαπλού νήματος
net af paralleltbundet garn
δικτύωμα με τετράγωνα μάτια
kvadratmasket panel
δικτύωμα παραθύρου
netstykke
δικτύωμα παραθύρου
vindue
δικαιοπάροχος
person,fra hvem sagsøgeren afleder sin ret
δικαιούχος
(παροχής)
modtager
δικαιούχος
(παροχής)
støttemodtager
Get short URL