Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
General
(21811 entries)
τοποθέτηση εκτός Κοινότητας
tjenestested uden for Fællesskabet
τοποθέτηση ενός δοχείου πιέσεως αντιδραστήρα εντός του προστατευτικού του περιβλήματος
anbringelse af en reaktortryktank i indeslutningen
τοποθέτηση σε κατώτερο κλιμάκιο
indplacering på et lavere løn
τοποθετώ δίπλα σε
[κάτι, κάποιον]
placere
τοποθετώ σε θέση
ansætte i en stilling
τόπος ατυχήματος
uheldssted
τόπος ατυχήματος
ulykkessted
τόπος διορισμού
Tjenestested
τόπος έκδοσης
udstedelsessted
τόπος σφαγής
slagtested
τορνεύω
dreje
τορπιλάκατος
torpedobåd
τορπίλη
torpedo
τορπίλη από αέρα
lufttorpedo
τορπίλλη του ναυτικού
torpedo
τορπιλλοβλητικός σωλήνας
torpedoudskydningsrør
τουαλέττες
toiletter
τουαλέττες
w.c.
τούβλο επένδυσης δοκαριών
dæksten
τουριστικές υποδομές
turistinfrastrukturer
Get short URL