Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Environment
(18295 entries)
περιοχή διέλευσης ζώων
overgangssted for dyr
περιοχή δόμησης
byggeområde
περιοχή εκτεθειµένη σε θόρυβο
område eksponeret for støj
περιοχή εκτεθειμένη στην απερήμωση
område, der er udsat for ørkendannelse
περιοχή εκτεθειμένη στην ξηρασία
område, der er udsat for tørke
περιοχή εκτιμήσεως κινδύνου πυρκαγιάς
brandfareområde
περιοχή ελεγχόμενης θήρευσης
kontrolleret jagtområde
περιοχή ελεγχόμενης θήρευσης
(θήρας)
kontrolleret jagtområde
περιοχή ελέγχου της ποιότητας του αέρος
kontrolområde for luftkvalitet
περιοχή εξαπλώσεως
areal
περιοχή
(χώρος)
εξυπηρέτησης
rasteplads
περιοχή
(χώρος)
εξυπηρέτησης
(συγκοινωνίας)
betjeningsområde
περιοχή
(χώρος)
εξυπηρέτησης
(συγκοινωνίας)
dækningsområde
περιοχή
(χώρος)
εξυπηρέτησης
(συγκοινωνίας)
rasteplads
περιοχή ευαίσθητη από περιβαλλοντική άποψη
miljømæssigt følsomt område
περιοχή ευαίσθητη από περιβαλλοντική άποψη
miljømæssigt sårbart område
περιοχή ευαίσθητη από περιβαλλοντολογική άποψη
miljømæssigt følsomt område
περιοχή ευαίσθητη από περιβαλλοντολογική άποψη
miljømæssigt sårbart område
περιοχή ευαίσθητη στην απερήμωση
område,der trues af ørkendannelse
περιοχή ευαίσθητη στον καπνό
røgfølsomt område
Get short URL