Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
General
(21811 entries)
ισοστάθμιση
modforvrængning
ισχύς του πυρήνα του αντιδραστήρα
kernens effekt
ισχύς δεδικασμένου
res judicata-virkning
ισχύς δεδικασμένου
retskraft
ισχύς λειτουργίας
effekt under drift
ισχύς πυρηνικής έκρηξης
atomvåbens kapacitet
ισχύων ; που ισχύει
gyldig
ιχθυότοπος; αλιευτικό πεδίο
fangstområde
ιχθυότοπος; αλιευτικό πεδίο
fangstplads
ιχθυότοπος; αλιευτικό πεδίο
fiskebanke
ιχθυότοπος; αλιευτικό πεδίο
fiskeplads
ιχθυοτροφείο, εκτροφή
husdyrbrug
ιχθυοτροφείο, εκτροφή
husdyrhold
ιχθυοτροφείο, εκτροφή
husdyropdræt
ιώδες
purpur
ιώδιο - Ι ; Ε 2
E 2
ιώδιο - Ι ; Ε 2
jod - I
κoιvoτικό πρόγραμμα πoλιτικής και δράσης σχετικά με τo περιβάλλov και τηv αειφόρo αvάπτυξη "Στόχoς η αειφoρία"
program for EF's politik og virke inden for miljøet og bæredygtig udvikling
κoιvή επoπτική αρ?ή
fælles kontrolinstans
κτηματολόγιο
matrikelkontor
Get short URL