Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
General
(21811 entries)
ιώδιο - Ι ; Ε 2
E 2
ιώδιο - Ι ; Ε 2
jod - I
κoιvoτικό πρόγραμμα πoλιτικής και δράσης σχετικά με τo περιβάλλov και τηv αειφόρo αvάπτυξη "Στόχoς η αειφoρία"
program for EF's politik og virke inden for miljøet og bæredygtig udvikling
κoιvή επoπτική αρ?ή
fælles kontrolinstans
κτηματολόγιο
matrikelkontor
κτηνοτροφές
foder
κτηνοτροφές
fodermidler
κτηνοτροφική μονάδα
foderenhed
κτηνοτροφικό καρότο
fodergulerod
κτήριο με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας
næsten energineutral bygning
κτίριο απομόνωσης
indeslutningsbygning
κτίριο ντηζελομηχανής εκτάκτου ανάγκης
nøddieselbygning
κτίριο ραδιενεργού απορρυπάνσεως
dekontamineringsbygning
κατ' αρχήν συμφωνία
principiel enighed
κατ' εντολή
ifølge fuldmagt
κατ' εντολή
per procura
κατ'αναλογία ενοποίηση
pro ratakonsolidering
κατ'αναλογία ενοποίηση
pro rata-konsolidering
κατ'αποκοπή τιμή
samlet pris
κατ'αποκοπή ενίσχυση
fast støtte
Get short URL