Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Marketing
(3119 entries)
ειδοποίηση μη εκτέλεσης της παράδοσης
meddelelse om hindring i afleverigen
ειδοποίηση παράδοσης
meddelelse om levering
ειδοποίηση πληρωμής
efterkravsfølgeseddel
ειδοποίηση ρύθμισης θέματος
meddelelse om berigtigelse
είδος έτοιμο προς χρήση
færdigvare
είδος που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως έχει
særskilt anvendelig enhed
εικονικό ενεργητικό
fiktive aktiver
εισαγωγές που έχουν ελευθερωθεί αυτόνομα
autonomt liberaliseret import
εισαγωγές που έχουν ελευθερωθεί αυτόνομα
autonomt liberaliseret indførsel
εισαγωγές προς εκτελωνισμό
toldpligtig indførsel
εισαγωγή αγαθού
indførsel af en vare
εισαγωγή αγαθού
indførsel af et gode
εισαγωγή αγαθού
indførsel af varer
εισαγωγή εμβρύων από τρίτες χώρες
import af embryoer fra tredjelande
εισαγωγή εμπορευμάτων
indførsel af en vare
εισαγωγή εμπορευμάτων
indførsel af et gode
εισαγωγή εμπορευμάτων
indførsel af varer
εισαγωγική ισχύς
importkapacitet
εισαγωγική χώρα σιτηρών
kornimporterende land
εισόδημα από επένδυση παγίου ενεργητικού
indkomst af anlægsinvestering
Get short URL