DictionaryForumContacts

   Greek Danish
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (21811 entries)
απομάκρυνση affolkning
απομάκρυνση του τετηγμένου χάλυβα vandring i smeltet stål
απομάκρυνση από το κέντρο beliggenhed i periferien (kontekstbestemt)
απομάκρυνση από το κέντρο perifer beliggenhed
απομάκρυνση από το κέντρο periferisk beliggenhed
απομάκρυνση από τον τύπο aflæstning
απομάκρυνση ραδιενέργειας,ραδιοαπολύμανση radioaktiv dekontaminering
απομάκρυνσις με εκκένωση του ύδατος ψύξεως του σταθμού bortskaffelse ved udledning med værkets kølevand
απομακρυσμένη περιοχή afsidesliggende område
απομακρυσμένη περιοχή fjerntliggende område
απομανταλώνω at slå fra
απομανταλώνω at udkoble
απομίμηση emulere
απομονωτική γλώσσα isolerende sprog
απομονωμένη αγροτική περιοχή isoleret landdistrikt
απομονωμένος οικισμός isoleret bebyggelse
απομόνωση adskillelse
απομόνωση των αποβλήτων affaldets isolation
απονέμω επίτιμο τίτλο udnævne til ærestjenestemand
αποξείδωση desoxydation