Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
General
(21811 entries)
ανωμαλία
anomali
ανωμαλία
uregelmæssighed
ανωμαλία συμπεριφοράς
adfærdsforstyrrelse
ανώμαλο συμβάν
unormal hændelse
ανώμαλο συμβάν
unormalt sammentræf
άνωσις του πυρήνα αντιδραστήρα
opdrift af kernen
αξία αντιδραστικότητας
reaktivitetsværdi
αξία κτήσεως; τιμή κτήσεως
anskaffelsespris
αξία κτήσεως; τιμή κτήσεως
anskaffelsesværdi
αξιόγραφα χαρτοφυλακίου
værdipapirbeholdning
αξιόγραφο που γίνεται δεκτό από την κεντρική τράπεζα για επαναχρηματοδότηση
gældsbevis, der kan refinansieres i centralbanken
αξιόλογες δημοσιονομικές επιπτώσεις
betydelige finansielle følgevirkninger
αξιολογητική έκθεση
evalueringsrapport
αξιολογητική έκθεση
vurderingsrapport
αξιολόγηση της απειλής
vurdering af trusler
αξιολόγηση των επιπτώσεων του ρυθμιστικού πλαισίου
konsekvensvurdering af love
αξιολόγηση των επιπτώσεων του ρυθμιστικού πλαισίου
konsekvensvurdering af lovgivning
αξιολόγηση των κινδύνων
risikovurdering
αξιολόγηση των κινδύνων
vurdering af risiko
αξιολόγηση των ραδιολογικών επιπτώσεων
vurdering af strålingspåvirkninger
Get short URL