Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Russian
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω Ϊ
<<
>>
Terms for subject
General
(8491 entries)
προεκλογικός
предвыборный
προέρχομαι
исходить
πρόζα
проза
προηγμένη
передовой
προηγμένο
передовой
προηγμένος
передовой
προηγούμαι
предшествовать
προηγούμενη
предыдущий
προηγούμενη
прежний
προηγούμενο
предыдущий
προηγούμενο
прежний
προηγούμενος
предыдущий
προηγούμενος
прежний
προθεσμία
срок
πρόθυμα
охотно
προκαταβολή
аванс
προκαταβολική
предварительный
προκαταβολικό
предварительный
προκαταβολικός
предварительный
προκαλώ
вызывать
Get short URL