DictionaryForumContacts

   Greek Bulgarian
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Mechanic engineering (194 entries)
πετρελαιομηχανή двигател със самовъзпламеняване
πετρελαιομηχανή дизелов двигател
πετρελαιομηχανή двигател със запалване чрез сгъстяване
πείρος ευθυγράμμισης στην κατασκευαστική κλίνη συναρμολόγησης водач
πείρος ευθυγράμμισης στην κατασκευαστική κλίνη συναρμολόγησης водещ щифт
πείρος ευθυγράμμισης στην κατασκευαστική κλίνη συναρμολόγησης центриращ щифт
πείρος κέντρωσης водач
πείρος κέντρωσης водещ щифт
πείρος κέντρωσης центриращ щифт
περίβλημα της στραγγαλιστικής βαλβίδας корпус на дроселова клапа
πίεση ταξινόμησης класификационно налягане
πίεση λειτουργίας eксплоатационно налягане
πίνακας διανομής разпределително табло
πλήμνη έλικας втулка на въздушен винт
πλήμνη έλικας втулка на въздушно витло
πολλαπλή εισαγωγής всмукателен колектор
πολλαπλή εισαγωγής κινητήρα всмукателен колектор
πολλαπλή εξαγωγής изпускателен колектор
πολυβαλβίδα мултиклапан
πόντα водач