DictionaryForumContacts

   Greek Portuguese
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω   <<  >>
Terms for subject General (18472 entries)
Aρχιπαρασκευαστής Operário mestre de laboratório
Aστυνομική αποστολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη μεταρρύθμιση του τομέα της ασφάλειας (ΜΤΑ) και τη διασύνδεσή της με τη δικαιοσύνη στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό EUPOL RD Congo
Aφρική νοτίως της Σαχάρας África a sul do Sara
стат.? Πετρούπολη παιχνίδι paradoxo de S. Petersburgo
Bασικός Oργανισμός organismo de base
Bοηθός διοικήσεως Assistente
Bοηθός διοικήσεως γραμματείας Assistente de secretariado
Bοηθός παρασκευαστής Auxiliar de laboratório
C-ίνες fibras C
Corruption Perception Index' Δείκτης Διαπιστούμενης Δωροδοκίας Índice de Percepção da Corrupção
CΟR UΝUΜ COR UNUM
EUFOR Αλθαία Operação Militar da União Europeia na Bósnia-Herzegovina
EUFOR Αλθαία EUFOR ALTHEA
Eιδικευμένος εργάτης Operário qualificado
Eκστρατεία Eνημέρωσης Ευρώ 2002 Campanha de Informação Euro 2002
Eκστρατεία Eνημέρωσης Ευρώ 2002 campanha EURO 2002
Eκστρατεία Eνημέρωσης Ευρώ 2002 campanha de informação EURO 2002
Eνιαία επιτροπή (του Eυρωπαϊκού Oργανισμού Συνεργασίας) Comité Único (da Agência Europeia de Cooperação)
Eπιτροπή του ETA (Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης) Comité do FED (Fundo Europeu de Desenvolvimento)
Eπιτροπή ΑΛΑ (κοινοτική συνεργασία με τις χώρες της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής) Comité ALA (cooperação entre a Comunidade e os países da Ásia e da América Latina)