Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Portuguese
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Commerce
(1141 entries)
τιμή στο εργοστάσιο
preço à porta da fábrica
τιμή στο εργοστάσιο
preço à saída da fábrica
τμήμα περιβάλλοντος, δημόσιας υγείας και κατανάλωσης
Secção do Ambiente, da Saúde Pública e do Consumo
τομέας λιανικής
setor retalhista
τοποθέτηση του σημείου διάθεσης
localização do ponto de venda
τραπεζικές συναλλαγές μέσω κινητού τηλεφώνου
banca móvel
τραπεζική επιταγή
cheque bancário
τραπεζική επιταγή 2. συναλλαγματική
(τραβηκτική)
cheque bancário
τρίτη χώρα
país intermediário
τρίτη χώρα
país terceiro
τροφοδότηση συστήματος αποθήκευσης ζεστού νερού για οικιακή χρήση
alimentação de um sistema de acumulação de água quente sanitária
τσίχλα
goma de mascar
΄Ενωση Καταναλωτών
Associação dos Consumidores do Canadá
Ένωση κοινού κώδικα για την κοινότητα καφέ
Código Comum para a Comunidade Cafeeira
αγαθό
mercadoria
αγορά της προηγούμενης ημέρας
mercado diário
αγορά των προϊόντων
mercado de produto
αγορά επόμενου σταδίου
mercado a jusante
αγορά με δόσεις
compra a prestações
αγορά με πίστωση
compra a prestações
Get short URL