DictionaryForumContacts

   Greek Portuguese
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (18472 entries)
κατακαύσεις των νεφών εκρηκτικών αερίων deflagrações de núvens de gás explosivas
κατάκαυση conflagração
κατακερματισμός atomização
κατακερματισμός της κοινοτικής ενίσχυσης parcelamento da ajuda comunitária
κατακερματισμός δομής βλήματος destruição
κατακλυζόμενη ζώνη zona que cobre e descobre
κατάκλυσις inundação
κατακόρυφη διάταξη τραπεζιών με καρέκλες εκατέρωθεν disposição em sala de aula perpendicular
κατακόρυφο διάμηκες κεντρικό επίπεδο plano longitudinal vertical médio
κατακόρυφος σωλήνας ροής tubo vertical de descida
κατακρατηθείσα δόση dose retida
κατακρήμνησις precipitação
κατακρήμνιση ατμοσφαιρικών ρύπων λόγω βροχής lavagem pela chuva
Κατακρήμνιση ατμοσφαιρικών ρύπων λόγω βροχής lavagem pela chuva
καταλειπόμενον έλλειμμα défice residual
καταλειπόμενον πλεόνασμα excedente residual
καταληψίας ocupante ilegal
καταλληλότητα των εργαζομένων για εργασία capacidade para o trabalho
καταλληλότητα προς πλου estado de navegabilidade
κατάλογος symposium terapêutico