Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Portuguese
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ Χ Ψ Ω Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Demography
(151 entries)
εστία για ανύπαντρα άτομα
lar para celibatários
ηλικία αποχώρησης από τον ενεργό οικονομικό βίο
idade da aposentação
ηλικία αποχώρησης από τον ενεργό οικονομικό βίο
idade da reforma
ηλικία αποχώρησης από τον ενεργό οικονομικό βίο
idade de admissão à pensão
ηλικία αποχώρησης από τον ενεργό οικονομικό βίο
idade de reforma
ηλικία συνταξιοδοτήσεως
idade da aposentação
ηλικία συνταξιοδοτήσεως
idade da reforma
ηλικία συνταξιοδοτήσεως
idade de admissão à pensão
ηλικία συνταξιοδοτήσεως
idade de reforma
ηλικία συνταξιοδότησης
idade da aposentação
ηλικία συνταξιοδότησης
idade da reforma
ηλικία συνταξιοδότησης
idade de admissão à pensão
ηλικία συνταξιοδότησης
idade de reforma
ηλικιακή τάξη
escalão etário
ηλικιακή τάξη
faixa etária
ηλικιακή τάξη
grupo etário
ηλικιακή δομή του πληθυσμού
estrutura etária da população
ηλικιακή ομάδα
escalão etário
ηλικιακή ομάδα
faixa etária
ηλικιακή ομάδα
grupo etário
Get short URL