DictionaryForumContacts

   Greek Portuguese
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Transport (26033 entries)
αντικαταστάσιμη επιτόπου μονάδα unidade substituível na linha da frente
αντικαταστάσιμη μονάδα unidade substituível na linha da frente
αντικαταστάσιμη φωτεινή πηγή fonte de luz substituível
αντικαταστάσιμο στο εργαστήριο συναρμολόγημα módulo substituível em oficina
αντικαπνικό πρόσθετο aditivo antifumo
αντικειμενική διαδικασία κατανομής του διαθεσίμου χρόνου processo objetivo de atribuição
αντικειμενική φωτεινή ροή fluxo luminoso objetivo 
αντικειμενικοί σκοποί της ασφάλειας objetivos de segurança
αντικείμενο πίνακα ελάχιστου εξοπλισμού equipamento mínimo
αντικλεπτική συσκευή dispositivo antirroubo
αντικολλητή ξυλεία contraplacado
αντικραδαστικός αναρτήρας κύριου κιβωτίου οδοντωτών τροχών barbecue
αντικραδασμική εγκατάσταση montagem antivibratória
αντικρουστική προστασία anti-climber
αντικρουστική προστασία dispositivo antitelescópico
αντικρουστικό σώμα corpo antichoque
αντικυματικό διάφραγμα defletor antioscilação
αντικυματικό διάφραγμα placa defletora antioscilação
αντιλασπωτικός προφυλακτήρας guarda-lamas
αντιλικνιστικό σύρμα arame antirrolamento