Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Portuguese
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Social science
(3078 entries)
κτήση της ιδιότητας του μέλους
aquisição da qualidade de membro
κατ' αποκοπή περίοδος καταλογισμού
duração fixa dos períodos tomados em consideração
κατ'οίκον υπηρεσίες φύλαξης παιδιών
serviço de guarda de crianças ao domicílio
κατ΄οίκον συνδρομή
ajuda domiciliária
κατ΄οίκον συνδρομή
assistência ao domicílio
καταγραφέας
registador
καταγραφικό
registador
κατακερματισμός της αγοράς εργασίας
segmentação do mercado de trabalho
κατάληψη
ocupação
κατάλληλα προσαρμοσμένη πολεοδομική υποδομή
urbanização especialmente adaptada
κατάλυμα παιδιών
lar de infância
καταμερισμός της εργασίας κατά φύλο
divisão sexual do trabalho
καταμερισμός επαγγελματικών,οικογενειακών και κοινωνικών υποχρεώσεων
partilha das responsabilidades profissionais,familiares e sociais
κατανομή της διαθέσιμης εργασίας
partilha do trabalho
κατανομή της διαθέσιμης εργασίας
trabalho partilhado
κατανομή των καρπών της οικονομικής ανάπτυξης
partilha dos frutos do crescimento
κατανομή κατά φύλο της αμειβόμενης και μη αμειβόμενης εργασίας
distribuição por géneros do trabalho remunerado e não remunerado em função do género
καταπολέμηση της φτώχειας
luta contra a pobreza
καταπολέμηση της φτώχειας
redução da pobreza
καταπολέμηση του αποκλεισμού
luta contra a exclusão
Get short URL