Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Portuguese
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Metallurgy
(7795 entries)
Η ατμοσφαιρική διάβρωση είναι εξωμορφική,δηλαδή προκαλείται από περιβαλλοντικές ασυνέχειες.
corrosão atmosférica
η ακανόνιστη αυτή κατανομή των λεδεβουριτικών καρβιδίων είναι αναπόφευκτη
esta repartição irregular dos carbonetos ledeburíticos é inevitável
η αύξηση της θερμοκρασιάς επαναφοράς προκαλεί μείωση της σκληρότητας
uma elevação de temperatura de revenido origina uma diminuição da dureza
η αύξηση της πίεσης μειώνει την τιμή της κρίσιμης ακτίνας του πυρήνα
um aumento de pressão diminui o valor do raio crítico do germe
η βέλτιστη υγρασία
humidade ideal
η βέλτιστη υγρασία
humidade ótima
η δομή παρουσιάζει τραχεία όψη
a estrutura tem um aspeto rugoso
η επιφάνεια των κυλίνδρων των ελάστρων μπορεί να είναι λεία ή αυλακωτή
a mesa dos cilindros de um laminador pode ser lisa ou canelada
η θερμική επεξεργασία προκάλεσε σφαιροποίηση του περλιτικού σεμεντίτη
o aquecimento provocou a coalescência da cementite perlítica
η κατακρήμνιση συνοδεύεται από αύξηση της σκληρότητας
a precipitação é acompanhada de um aumento da dureza
η κάμινος τόξου είναι κάμινος ανοικτής πυράς με θολωτή οροφή
o forno a arco elétrico é um forno que comporta na base um arco em forma de abóbada
η λεπτομερής δομή του φερρίτη οφείλεται στις ατέλειες του κρυσταλλικού πλέγματος
a estrutura fina da ferrite é provocada por defeitos da rede cristalina
η μείωση της διαλυτότητας του άνθρακα προκαλεί καθίζηση καρβιδίου
a diminuição da solubilidade do carbono conduz à precipitação de carboneto
η ομοιογενής πυρηνοποίηση απαιτεί θερμοκρασία υπέρτηξης ανώτερη των 100° C
a germinação homogénea exige uma temperatura de sobrefusão superior a 100 graus C
η προστατευτική επένδυση εμποδίζει τη διάβρωση του βασικού μετάλλου
o revestimento protetor impede a corrosão do metal de base
η προσθήκη μαγγανίου βελτιώνει τη σκληρότητα σε βάθος
as adições de magnésio melhoram a dureza do núcleo
η ψύξη πραγματοποιείται σε λάδι,σε ρεύμα ξηρού αέρα ή σε θερμό αλατούχο λουτρό
a têmpera efetua-se com óleo numa corrente de ar seco ou banho quente
ηελκτρόδιο βολφραμίου
elétrodo de tungsténio
ηλεκτρική διοχέτευση
canalização de eletricidade
ηλεκτρική εναπόθεση ψευδαργύρου
galvanizar eletricamente
Get short URL