DictionaryForumContacts

   
Β Γ Δ Ε Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Φ Χ Ψ Ω   <<  >>
Terms for subject Education (1231 entries)
μάθημα ξένης γλώσσας curso de língua
μαθήματα πανεπιστημιακού προσανατολισμού curso de orientação universitária
μάθηση στο χώρο εργασίας aprendizagem no trabalho
μάθηση ως ψυχαγωγία aprendizagem como passatempo
με διεπιστημονικό χαρακτήρα multidisciplinaridade
με προσδιορισμένο στόχο ; στοχοθετημένο apontado
με προσδιορισμένο στόχο ; στοχοθετημένο assestado
με προσδιορισμένο στόχο ; στοχοθετημένο dirigido
με προσδιορισμένο στόχο ; στοχοθετημένο focalizado
με προσδιορισμένο στόχο ; στοχοθετημένο orientado
μεταγνωστικές ικανότητες aprender a aprender
μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση ciclo de estudos pós-secundários
μεταδιδακτορικό επίπεδο nível pós-doutoral
μεταδιδακτορικός ερευνητής investigador com um nível de pós-doutoramento
μετάδοση γραφικού υλικού που συγκεντρώνεται παράλληλα transmissão de material gráfico gerado no momento
μετάδοση διδακτικού μέσω δορυφόρου transmissão de suporte lógico para o ensino por satélite
μεταλλευτική τεχνική εκπαίδευση curso técnico mineiro
μεταπτυχιακός φοιτητής aluno de pós-graduação
μετασχολική αγροτική εκπαίδευση ensino agrícola pós-escolar
μεταφορά των μαθητών transporte escolar