DictionaryForumContacts

   
Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω   <<  >>
Terms for subject Law (13003 entries)
θέμα πραγματικού περιστατικού σχετικό με τη διαφορά questão de facto relativa ao litígio
θέμα προστασίας της ιδιωτικότητας problema da defesa da privacidade
θέμα προστασίας της ιδιωτικότητας problema da proteção das liberdades públicas
θέματα τα οποία ρυθμίζονται νομοθετικώς as matérias que sejam objeto de disposições legislativas
θεματοφύλακας της κοινοτικής έννομης τάξης guardiã da ordem jurídica comunitária
θεμελιακές γνώσεις conhecimentos de base
θεμελιακές γνώσεις conhecimentos fundamentais
θεμελιώδης δικαστική απόφαση acórdão de princípio
θεμελιώδης δικαστική απόφαση acórdão doutrinário
θεμελιώνουν τις πρώτες βάσεις μιας ευρύτερης και βαθύτερης κοινότητος assentar os primeiros alicerces de uma comunidade mais ampla e mais profunda
θεμελιώνω constituir
θεμιτή και πάγια πρακτική του εμπορίου hábitos leais e constantes do comércio
θεμιτό δικαίωμα για διακοπές direito legítimo a férias
θεμιτός ανταγωνισμός concorrência leal
θεραπεύω τις διαπιστωθείσες ελλείψεις corrigir as irregularidades detetadas
θερμικές παρενοχλήσεις agressões térmicas
θερμό εργασιακό περιβάλλον locais de trabalho sujeito a altas temperaturas
θέση posto de trabalho
θέση των εγκαταστάσεων instalações
θέση εμπιστοσύνης posto de confiança