Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
English
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Φ
Χ
Ψ
Ω
<<
>>
Terms for subject
Economy
(16036 entries)
επιλογή των τύπων των αριθμοδεικτών και του έτους βάσης
choice of index number formulae and the base year
επιλογή μαθητών
selection of pupils
επιμερίζω το εναπομένον μη ασφαλιζόμενο ποσοστό
lay off the remaining uninsured percentage
επιμερισμός του κόστους
cost sharing
επιμερισμός θέσης εργασίας
job sharing
επίμορτη αγροληψία
share farming
επινόηση ικανή να αποτελέσει αντικείμενο βιομηχανικής εφαρμογής
inventive step capable of industrial application
επιπτώσεις της συγκέντρωσης:μεταβολές στη σύνθεση μιας ροής
effects of aggregation:variation in the composition of a flow
επίπτωση του τόπου
location effect
επίπτωση στο περιβάλλον
environmental impact
επίπεδο τιμών
level of prices
επίπεδο τιμών αγοράς συγκρίσιμο με εκείνο που διεπιστώθη
a level of market prices comparable with the level recorded
επίπεδο των επιτοκίων
level of interest rates
επίπεδο απασχόλησης
level of employment
επίπεδο απασχόλησης; επίπεδο δραστηριότητας
level of employment
επίπεδο δραστηριότητας
level of employment
επίπεδο εκπαίδευσης
level of education
επίπεδο ενεργοποίησης
trigger level
επίπεδο ευημερίας
level of prosperity
επίπεδο κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης
level of socio-economic development
Get short URL