Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
English
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Economy
(16019 entries)
στοιχεία σε σταθερές τιμές
data at constant prices
στοιχείο της δειγματοληψίας
sample item
στοιχείο της δειγματοληψίας
sampling unit
στοιχείο του δείγματος
sample item
στοιχείο του δείγματος
sampling unit
στοιχείο του κόστους
costs element
στοιχείο δωρεάς; χαριστικό στοιχείο
grant element
στοιχείο ενεργητικού εκτός ισολογισμού
off-balance sheet asset
στοιχείο που μπορεί να θεωρηθεί ανταπόδοση από το μέρος του δικαιούχου
counterpart from the beneficiary,but not simultaneous
στοιχειώδη σωματίδια
fundamental particle
στοιχειώδης συναλλαγή ανάμεσα στις δύο οικονομικές μονάδες
elementary transaction between two economic units
Στοκχόλμη
Stockholm
στους πόρους
among resources
στοχοθετημένη κοινωνικο-οικονομική έρευνα
targeted socio-economic research
στόχος της παραγωγής
production target
στόχος της σταθερότητας των τιμών
objective of price stability
στρατηγικά αποθέματα
strategic reserves
στρατηγικά πυρηνικά όπλα
strategic nuclear weapon
Στρατηγική της Λισσαβώνας
Lisbon Agenda
Στρατηγική της Λισσαβώνας
Lisbon Strategy
Get short URL