Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
English
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ Ω Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Government, administration and public services
(822 entries)
σταδιοδρομία
career path
σταδιοδρομία του υπαλλήλου
official's career
στρογγυλοποιώ ποσό
round off an amount
σε εκτέλεση της εντολής
(των Υπουργών)
; σύμφωνα με την εντολή
(των Υπουργών)
discharge the remit
(from Ministers)
σε εξαιρετικές περιπτώσεις ; κατ'εξαίρεση
exceptionally
σε εξαιρετικές περιπτώσεις ; κατ'εξαίρεση
in exceptional circumstances
σε εξαιρετικές περιπτώσεις και για λόγους δεόντως αποδεδειγμένους
in properly circumstantiated exceptional cases
σοβαρή ασθένεια συζύγου
serious illness of spouse
σοβαρό παράπτωμα
serious misconduct
Σύμβαση για την καταπολέμηση της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Convention on the fight against corruption involving officials of the European Communities or officials of Member States of the European Union
σύμβαση πρόσληψης
contract of employment
συμβασιούχος υπάλληλος
contract staff member
συμβασιούχος υπάλληλος
member of the contract staff
συμβασιούχος υπάλληλος
contract agent
σύμβουλος
Adviser
σύμβουλος εκτός κατηγορίας
adviser hors classe
Σύμβουλος ή Τμηματάρχης
Councellor
συμπλήρωμα ταχείας αμαξοστοιχίας
supplement for special fast trains
σύνταξη επιζώντων
survivor's pension
σύνταξη λόγω συμπλήρωσης συντάξιμου χρόνου; σύνταξη αρχαιότητας
retirement pension
Get short URL