DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (36483 entries)
εργαζόμενοι σε γραφεία clerical employees
εργαζόμενοι σε καταστήματα commercial employees
εργαζόμενος employee
εργαζόμενος από μη κοινοτική χώρα non-Community worker
εργαζόμενος λαθραία clandestine worker
εργαζόμενος που κατέστη ανάπηρος worker suffering from an illness
εργαζόμενος σε χημική βιομηχανία chemical worker
εργαζόμενος, ο οποίος έχει αναγνωρισμένη ειδίκευση στα επαγγέλματα άνθρακος και χάλυβος workers who have recognised qualifications in a coalmining or steelmaking occupation
εργαλεία για δοκιμές και επικύρωση test and validation instruments
εργαλεία εκγλύφανσης milling tools
εργαλεία λειτουργικού σχεδιασμού functional design tools
εργαλεία με μικρή ικανότητα ανάπτυξης σπινθήρων reduced-sparking hand-tool
εργαλεία σχεδίων τοπολογικής διαμόρφωσης floor-planning tools
εργαλείο τρυπάνι punching tool
εργαλείο αντικαταστάσεως δέσμης ράβδων ρυθμίσεως control rod cluster changing fixture
εργαλείο πώματος του οδηγού σωλήνα ράβδου ρυθμίσεως control rod cluster thimble plug tool
εργαλειοθήκη toolbox
εργαστάσια παρασκευής κονσερβών canning
εργαστήρι μετάφρασης translation workshop
εργαστήρια για διαδικαστικά θέματα procedural workshop