Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
English
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Mechanic engineering
(24157 entries)
εκρηκτικό βλήμα στατικής βολής
static firing fuse
εκρηκτικό φυσίγγι
torpedo
εκσκαφέας δια συρομένης πτυοσκάφης
cableway drag scraper
εκσκαφέας με αρπάγη
grab
εκσκαφέας-φτυάρι
shovel-excavator
εκσφενδονιζόμενο φυσίγγιο
carrier rocket
εκσφενδονιζόμενο φυσίγγιο
carrier vehicle
εκσφενδονιζόμενο φυσίγγιο
launching vehicle
εκσφενδονιζόμενο φυσίγγιο
satellite launcher
εκσφενδόνιση λαδιού
oil throw
εκφορτωτής δεμάτων χόρτου
pneumatic sheaf conveyor
εκχειλιζόμενος ρουφράκτης
overpour gate
εκχειλιστής τριγωνικής κατατομής
triangular profile weir
εκχειλιστής τύπου Fayum
Fayum canal weir
εκχειλιστής με γραμμικήν εξάρτησιν παροχής
homosphalmic weir
εκχειλιστής ρυθμίσεως ανάντη στάθμης
differential weir
εκχειλωμένος σωλήνας
bell-mouthed tube
εκχιονιστήρας με πτερύγιο
blade-type snow-plough
εκχιονιστήρας με στρόβιλο
rotary snowplough
εκχιονιστική ψήκτρα
snow brush
Get short URL