DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (34544 entries)
Διαμορφωτικό δίκτυο Shaping network
διαμορφωμένος modulated
διαμορφώνω configure
διαμορφώνω form
διαμορφώνω model
διαμορφώνω shape
διαμόρφωση της παλμικής διάρκειας pulse duration modulation, pulse width modulation P.W.M.
διαμόρφωση διελεύσεως των στηριγμάτων ράβδου ρυθμίσεως control rod nozzle penetration
διαμόρφωση επίγνωσης καταστάσεως situation awareness mode
διαμόρφωση με χύτευση injection moulding
διαμόρφωση περαιτέρω αντιρρήσεων formulation of further objections
διαμόρφωση πολιτικής policy-shaping
Διαμόρφωση φέροντος κύματος Carrier wave modulation
διαμπερές ρήγμα στο θόλο του προστατευτικού περιβλήματος dome penetration
διαμπερής αστοχία περιβλήματος burst can
διανέμω dispense
διανοητικά mentally
διανοητική intellectual
διανοητικό intellectual
διανοητικός intellectual