DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Mechanic engineering (24157 entries)
αυλακωμένη μετωπική πλευρά cleated riser
αυλάκωση groove
αυλάκωση του επαγώγιμου armature slot
αυλάκωση του επαγώγιμου stator slot
αυλάκωση του στάτορα armature slot
αυλάκωση του στάτορα stator slot
αυλάκωση επιστροφής λαδιού oil return way
αυλάκωση θραύσης αποβλίττου chip breaker
αυλάκωση ροής λαδιού λιπάνσεως oil-way
αυλάκωση υποδοχής αποβλίττων flute
αυλάκωση υποδοχής αποβλίττων chip groove
αυλάκωση υποδοχής αποβλίττων gash
αυλάκωση υποδοχής αποβλίττων groove
αυλός διάστασης bearing spacer
αυλός διάστασης distance sleeve
αυλός διάστασης spacer
αυλός διάστασης spacer bush
αυλός διάστασης spacer sleeve
αυλός πιέσεως του μηχανισμού ράβδου ρυθμίσεως control rod mechanism pressure tube
αυξάνω υπερβολικά τις στροφές ενός κινητήρα race an engine